Ο «βασιλιάς» των παγετώνων
Το ψύχος «κόβει» την ανάσα, αλλά το δέος που δημιουργείται όταν αντικρίζει κάποιος το εντυπωσιακό θέαμα που δημιουργούν περίπου 112.000 κυβικά μέτρα πάγου, αποζημιώνει όσους έχουν την ευκαιρία να «γνωρίσουν» από κοντά τον, ηλικίας 3.500 ετών, παγετώνα Σκαρισοάρα, το δεύτερο, μεγαλύτερο στον κόσμο (ο πρώτος βρίσκεται στη Σλοβακία), που βρίσκεται στα «σπλάχνα» του ομώνυμου σπηλαίου στη κεντρική Ρουμανία.
Το σπήλαιο και ο παγετώνας Σκαρισοάρα αποτελούν τον τουριστικό "καυτό προορισμό" της επαρχίας 'Αλμπα και Ρουμάνοι σπηλαιολόγοι διεξάγουν έρευνα στα… απύθμενα και άγνωστα βάθη του παγετώνα, έως το σημείο που έχουν πρόσβαση.
Το σπήλαιο Σκαρισοάρα αποτελεί αντικείμενο συστηματικής έρευνας του τμήματος του Ινστιτούτου Σπηλαιολογίας Εμίλ Ρακόβιτα, στην Κλουζ, ενός από τα πιο φημισμένα Ινστιτούτα που ίδρυσε ο Ρουμάνος επιστήμονας, του οποίου φέρει το όνομα, το 1920.
Βασικοί στόχοι της έρευνας είναι η αναγνώριση των επιπτώσεων από τις κλιματικές αλλαγές στο περιβάλλον του σπηλαίου και η "ανίχνευση" των επιδράσεων αυτών στη δομή του παγετώνα. Μάλιστα, από τα προκαταρκτικά αποτελέσματα προκύπτει πως ο όγκος του παγετώνα ξεπερνά τα 75.000 κυβικά μέτρα, όπως, παλαιότερα, είχε υπολογισθεί.
Τα τελικά αποτελέσματα αναμένονται, όταν ολοκληρωθούν οι υπό εξέλιξη έρευνες και γίνει ο συνυπολογισμός όλων των διαθέσιμων στοιχείων, αναφέρεται σε ανακοίνωση του επικεφαλής της 'Ενωσης Σπηλαιολόγων Sfinx, Κρίστιαν Τσιουβοταρέσκου.
Οι πρώτες αναφορές για τον παγετώνα του Σκαρισοάρα ως τουριστικού προορισμού "απαντώνται" το 1847, όταν η είσοδος του σπηλαίου ήταν εξοπλισμένη με ξύλινα μαδέρια για σκαλοπάτια.
Αυτό αποδεικνύει πως η περιοχή ήταν γνωστή και είχε εξερευνηθεί από τους ντόπιους που - εικάζεται - ότι χρησιμοποιούσαν τον πάγο και το νερό, σύμφωνα με τον κ. Τσιουβοταρέσκου. Οι πρώτες επιστημονικές αναφορές και παρατηρήσεις για το σπήλαιο δημοσιεύθηκαν το 1861 από το γεωλόγο Καρλ Πέτερς.
Ο πρώτος χάρτης του σπηλαίου δημοσιεύθηκε από τον γεωγράφο 'Αντολφ Σμιντλ το 1863. Το σπήλαιο Σκαρισοάρα ήταν το πρώτο που ανακηρύχθηκε φυσικό μνημείο της Ρουμανίας το 1938. Το 2001, η Ενωση Σπηλαιολόγων Sfinx εξερεύνησε νέες, παράλληλες επιφάνειες του σπηλαίου και ολοκλήρωσε τον σχεδιασμό του τμήματος του παγετώνα που είναι ανοιχτό σε δημόσιες επισκέψεις, εισάγοντας τεχνητό φωτισμό στο αποκαλούμενο Τσερτς Χολ.
Υπάρχουν τρεις είσοδοι στο σπήλαιο που βρίσκονται 1.165 μέτρα πάνω από τη θάλασσα. Το τουριστικό πέρασμα οδηγεί στο αποκαλούμενο Γκραν Χολ, όπου η οροφή είναι φτιαγμένη από κομμάτια πάγου, άνω των 100.000 κυβικών μέτρων σε όγκο και ο βασικός δρόμος έχει ηλικία περίπου 3.500 χρόνων. Από τη βορειοδυτική πλευρά του Γκραν Χολ"διαγράφονται" περισσότεροι από 100 σταλαγμίτες.
Στα βάθη των αιώνων, ιστορίες που πέρασαν από γενιά σε γενιά θέλουν το σπήλαιο να είναι φωλιά ενός δράκου, τον οποίο οι κάτοικοι του χωριού ονόμαζαν Σόλοματ.Ο δράκος συνήθιζε να αρπάζει ένα νεαρό κορίτσι, συνήθως το βράδυ της Πρωτοχρονιάς και το έκρυβε πίσω από ένα παλάτι πάγου,που δεν ήταν ορατό από τους κατοίκους του χωριού.