Η αρχαία λάβα «γέννησε» την Ατλαντίδα
Της Αγγελικής Κώττη
Ισραηλινή γεωλόγος εξηγεί πώς η μεγάλη έκρηξη ήταν η πηγή του μύθου για τη χαμένη πολιτεία
Η Ατλαντίδα παραμένει ένας μύθος, ωστόσο δεν παύει να εμπνέει όχι μονάχα τους φιλοσόφους (όπως ο εμπνευστής της, Πλάτων) και τους καλλιτέχνες, αλλά ακόμη και τους επιστήμονες.
Μία νέα λογικοφανή εξήγηση δίνει η Μπέβερλι Γκούντμαν, γεωλόγος από το Ισραήλ, ισχυριζόμενη πως η έκρηξη του ηφαιστείου στην αρχαία Θήρα περί το 1613 π.Χ. ήταν η πηγή του μύθου για τη χαμένη πολιτεία.
Μπορεί να έχει ακουστεί ξανά η συγκεκριμένη θεωρία, αυτή τη φορά, ωστόσο, στηρίζεται σε -απρόβλεπτα, όπως λέει η ίδια- ευρήματα από τη Θήρα: φερτές ύλες και καρπούς, οι οποίοι έφτασαν εκεί με το μεγάλο τσουνάμι που ακολούθησε τον σεισμό.
Η κ. Γκούντμαν τα εντόπισε ενώ διερευνούσε το αρχαίο λιμάνι της Καισάρειας, στις ακτές του Ισραήλ, αρκετές εκατοντάδες χιλιόμετρα μακριά από τη Σαντορίνη.
Οι αποθέσεις, πάχους περίπου πέντε εκατοστών, ταιριάζουν απολύτως με τον χρόνο στον οποίο τοποθετείται η μεγάλη έκρηξη του ηφαιστείου.
Ο συγκεκριμένος χώρος έχει χτυπηθεί ακόμη δύο φορές από τσουνάμι, μία στα ρωμαϊκά και μία στα βυζαντινά χρόνια. Αυτό μελετούσε η ερευνήτρια, όταν διαπίστωσε πως υπήρχε και άλλη απόθεση, με εντελώς διαφορετικά χαρακτηριστικά.
Ακόμη και τότε, δεν πίστευε πως θα εύρισκε υλικό από τη Θήρα. Οταν οι πυρήνες των καρπών μελετήθηκαν, έδωσαν το εντυπωσιακό αποτέλεσμα.
Οι μελετητές, ανάμεσά τους και η κ. Γκούντμαν, συμφωνούν ότι το τσουνάμι επέφερε τρομακτικές καταστροφές μετά την έκρηξη του ηφαιστείου της Θήρας. «Ανήκει στα θέματα προς διερεύνησιν το ότι σε όλες τις ακτές της ανατολικής Μεσογείου όπου υπολογίζουμε πως έφτασαν τα κύματα από το τσουνάμι, δεν υπάρχουν αρχαιολογικές θέσεις εκείνης της εποχής. Η οι αρχαιολόγοι δεν κατάφεραν να τις εντοπίσουν, ή το τσουνάμι είχε τεράστιες επιπτώσεις» σημειώνει η γεωλόγος.
Είτε το γεγονός αποτελεί «μια κλωστή από το υφαντό της Ατλαντίδας» είτε όχι, αποτελεί δεδομένο πως οι λαοί της περιοχής εκείνη την εποχή είχαν πολλές παραθαλάσσιες πόλεις και πολίσματα τα οποία ζούσαν από ένα ευρύ δίκτυο εμπορίου.
Επομένως, λογικό είναι η καταστροφή ευρέος τμήματος αυτού του δικτύου, να προκάλεσε προβλήματα στο βιοτικό επίπεδο των κατοίκων, στα αγαθά, στις οικονομικές αξίες, άρα και στη δύναμη των συγκεκριμένων οικισμών.[ΠΗΓΗ]