promotional banner

Πως να μειώσετε της πιθανότητες θανάτου από καρδιακή νόσο


Οι πιθανότητες θανάτου από καρδιακή νόσο μπορούν ενδεχομένως να μειωθούν σημαντικά για κάποιον άνθρωπο, αν ζει σε περιοχή όπου απαγορεύεται το κάπνισμα σε δημόσιους χώρους.

Σε έρευνα που πραγματοποιήθηκε σε 1 εκ. ανθρώπους, ερευνητές ανακάλυψαν ότι ακόμα και χαμηλά επίπεδα καπνού συναδέλφων μπορούν να αυξήσουν σημαντικά τον κίνδυνο θανάτου κάποιου ανθρώπου από καρδιακή νόσο.

Παράλληλα, δεύτερη έρευνα που πραγματοποιήθηκε σε 9 εκ. ανθρώπους σε 126 περιοχές των ΗΠΑ έδειξε άμεση σχέση μεταξύ της ποσότητας μονοξειδίου του άνθρακα στην ατμόσφαιρα και στις καθημερινές επισκέψεις στα επείγοντα των νοσοκομείων για προβλήματα καρδιάς. Στην πρώτη έρευνα, ο Dr. C. Arden Pope III από το Brigham Young University στο ‘Αρντεν της Γιούτα ανέλυσε στοιχεία 1,2 εκ. ενηλίκων, τα οποία είχαν συλλεχτεί σε διάστημα 25 ετών.

Όπως δήλωσε, είναι από καιρό γνωστό ότι το κάπνισμα εκθέτει τους πνεύμονες σε μεγάλες ποσότητες σωματιδίων και αυξάνει τον κίνδυνο θανάτου από καρδιοπάθεια. Σε σύγκριση με το παθητικό κάπνισμα η δόση των σωματιδίων στους πνεύμονες με το παθητικό κάπνισμα είναι πολύ μικρότερη.

Ακόμα και έτσι, προηγούμενες έρευνες είχαν αποκαλύψει υψηλά επίπεδα θανάτων από καρδιακή νόσο λόγω παθητικού καπνίσματος, που δεν ευθυγραμμίζονταν με την πολύ μικρότερη ποσότητα των σωματιδίων. Έτσι, ο ερευνητής εξέτασε τον κίνδυνο από την επίδραση διαφορετικών επιπέδων έκθεσης σε καπνό και ρυπογόνες ουσίες στα ογκωδέστερα στοιχεία που είχε διαθέσιμα. Ανακάλυψε ότι η μεγαλύτερη αύξηση του κινδύνου συνέβαινε σε ελαφρύτερα επίπεδα έκθεσης.

Για παράδειγμα, σε σχέση με ανθρώπους που δεν είχαν καπνίσει ποτέ, άνθρωποι που κάπνιζαν μέχρι 3 τσιγάρα την ημέρα αύξαναν τον κίνδυνο θανάτου από καρδιοπάθεια κατά 65%. Διπλασιάζοντας ή τριπλασιάζοντας την ημερήσια ποσότητα τσιγάρων δεν διπλασιάζεται ή τριπλασιάζεται ο κίνδυνος, όμως. Στους ανθρώπους που καπνίζουν 8 έως 12 τσιγάρα την ημέρα ο κίνδυνος θανάτου από καρδιοπάθεια αυξάνεται στο 79% σε σχέση με ανθρώπους που δεν κάπνισαν ποτέ.

Άνθρωποι που καπνίζουν 18 έως 22 τσιγάρα την ημέρα έχουν διπλάσιο κίνδυνο σε σχέση με αυτούς που δεν κάπνισαν ποτέ.

Ακόμα πιο εντυπωσιακό, σύμφωνα με τον ερευνητή, ήταν το εύρημα ότι σε σύγκριση με ανθρώπους που δεν είχαν καπνίσει ποτέ και δεν είχαν έντονη έκθεση σε καπνιστές, οι παθητικοί καπνιστές είχαν 20% έως 30% υψηλότερο κίνδυνο θανάτου από καρδιακή νόσο. Η ισχυρότερη επίδραση φάνηκε σε συζύγους καπνιστών.

Η ομάδα υπογραμμίζει ότι η σχέση μεταξύ ποσότητας σωματιδίων καπνού και αντίδρασης όσον αφορά την αύξηση του κινδύνου είναι πολύ απότομη. Με ελαφριά έκθεση, υπάρχει σημαντική επίδραση, δήλωσε ο ερευνητής, αλλά με αυξήσεις στην ποσότητα έκθεσης, η αύξηση του κινδύνου αν και είναι ήδη υψηλή αρχίζει να αυξάνει περισσότερο σταδιακά.

Αυτό σημαίνει, σύμφωνα με τον Pope, ότι αν και είναι ωφέλιμο να καπνίζει κάποιος λιγότερο, το μεγαλύτερο όφελος είναι να μην καπνίζει καθόλου. Για παράδειγμα όσοι αποφασίσουν να μειώσουν κατά 3 τσιγάρα την ημέρα το κάπνισμα, το όφελος από τα 20 στα 17 τσιγάρα δεν είναι σχεδόν τόσο μεγάλο όσο το όφελος του να φτάσει κάποιος στο μηδέν, από 3 τσιγάρα.

Αυτό ενισχύει την υπόθεση ότι το παθητικό κάπνισμα και η ατμοσφαιρική ρύπανση έχουν σημαντική επίδραση στην υγεία, δήλωσε ο ερευνητής. Η καρδιαγγειακή νόσος είναι πολύ συνήθης, έτσι επηρεάζονται πολλοί άνθρωποι.

Στη δεύτερη έρευνα, ο Dr. Michelle Bell από το Πανεπιστήμιο Yale στο New Haven, του Connecticut, και οι συνεργάτες του μελέτησαν πώς τα επίπεδα μονοξειδίου του άνθρακα στον αέρα, κυρίως από το κυκλοφοριακό- επηρεάζουν τον αριθμό τον ανθρώπων που απευθύνονται στα επείγοντα των νοσοκομείων με καρδιολογικά προβλήματα.

Η ομάδα ανακάλυψε θετική και στατιστικά σημαντική σχέση μεταξύ του μονοξειδίου του άνθρακα, οποιαδήποτε μέρα, και του αυξημένου κινδύνου για νοσηλεία λόγω προβλημάτων καρδιάς. Επιπλέον, το αποτέλεσμα αυτό ήταν εμφανές ακόμα και όταν η μέγιστη ημερήσια έκθεση μιας ώρας σε μονοξείδιο του άνθρακα ήταν μικρότερη από 1 μέρος ανά εκατομμύριο, μέσα στο όριο των 35, που έχουν θέσει οι αμερικανικές Αρχές.

Ο Bell και οι συνεργάτες του καταλήγουν ότι αν και πολλές από τις σύγχρονες έρευνες σχετικά με την υγεία και τη μόλυνση της ατμόσφαιρας λόγω του κυκλοφοριακού, εστιάζουν σε σωματίδια, η νέα έρευνα υποδεικνύει ότι το μονοξείδιο του άνθρακα και το κυκλοφοριακό μπορεί ενδεχομένως να αντιπροσωπεύουν πολύ μεγαλύτερο κίνδυνο από αυτόν που πίστευαν πρωτύτερα οι ερευνητές.

Οι έρευνες δημοσιεύονται στο περιοδικό ‘Circulation’.