Γιατί δεν πρέπει να ουρλιάζουμε στα παιδιά, μας για να τους επιβληθούμε
Η επιστήμη έχει καταλήξει με πολυάριθμες μελέτες και οι περισσότεροι γονείς έχουν συμμορφωθεί: το ξύλο στα παιδιά είναι αντιπαιδαγωγικό. Τι συμβαίνει όμως με τις φωνές και τα ουρλιαχτά που για πολλούς έχουν αντικαταστήσει ως παιδαγωγική μέθοδος τις παραδοσιακές ξυλιές στον πισινό; αναρωτιέται σε άρθρο της η εφημερίδα The New York Times
Για να βρει κάποιος την πιο πρόσφατη επιστημονική μελέτη για το ζήτημα πρέπει να ανατρέξει στο 2003 και την επιθεώρηση «Journal of Μarriage and Family». Από τους 991 γονείς που συμμετείχαν στην έρευνα, 88% παραδεχόταν ότι τουλάχιστον μία φορά τον προηγούμενο χρόνο είχε φωνάξει στα παιδιά του.
Για παράδειγμα, η Τζάκι Κλάιν είναι μια αφοσιωμένη μητέρα δυο μικρών αγοριών. Ξοδεύει πολλές ώρες για να τα πηγαινοφέρνει σε διάφορες δραστηριότητες και διαβάζει βιβλία για τη σωστή διαπαιδαγώγηση των παιδιών. Μπορεί να εξηγήσει με ήρεμη και αποφασιστική φωνή ότι το να μην πλένουμε τα δόντια μας «είναι λάθος». Όλα αυτά, το 90% του χρόνου. Υπάρχει όμως και το 10%, όπου όπως παραδέχεται, «χάνω τον έλεγχο και βγαίνω εκτός εαυτού».
«Έχω δουλέψει με εκατοντάδες γονείς και μπορώ να πω με βεβαιότητα ότι τα ουρλιαχτά είναι το νέο ξύλο», δηλώνει η ειδικός Έιμι ΜακΚρίντι. «Καθώς οι γονείς έχουν καταλάβει ότι το ξύλο δεν είναι κοινωνικώς αποδεκτό, υψώνουν τη φωνή τους για να επιβληθούν στα παιδιά τους. Έπειτα αισθάνονται ένοχοι και ο φαύλος κύκλος αρχί ζει ξανά», προσθέτει.
Το ίδιο παραδέχεται και η συντάκτρια του μπλογκ Μotherblogger. «Είμαι η Φραντσέσκα Καστανιόλι, μια μητέρα που ουρλιάζει», είναι η φράση με την οποία αρχίζει ένα από τα κείμενά της. Η παραδοχή αυτή, όπως εξομολογείται στους επισκέπτες της, την κάνει να αισθάνεται ότι «αποκαλύπτει ένα φοβερό οικογενειακό μυστικό».
Από την έρευνα του 2003 μαθαίνουμε ότι οι περισσότερες οικογένειες μοιράζονται το ίδιο «φοβερό οικογενειακό μυστικό». Οι ψυχολόγοι και οι ψυχίατροι, ωστόσο, επισημαίνουν ότι ο σωφρονισμός διά της υψωμένης φωνής πρέπει σε γενικές γραμμές να αποφεύγεται. Στην καλύτερη περίπτωση, η μέθοδος είναι αναποτελεσματικήόσο περισσότερο και συχνότερα φωνάζουν οι γονείς τόσο τα παιδιά εθίζονται και δεν υπακούν.
Στη χειρότερη, μπορεί το παιδί να πάψει να αισθάνεται χαρούμενο και ευτυχισμένο ή να χάσει την αυτοεκτίμησή του. «Δεν είναι οι φωνές που κάνουν τη διαφορά, αλλά ο τρόπος που ερμηνεύονται», εξηγεί ο Ρόναλντ Ρόχνερ, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Κονέκτικατ. Αν ο γονιός είναι απλά φωνακλάς οι συνέπειες είναι μικρές, προσθέτει. Αν όμως οι φωνές συνοδεύονται από οργή, προσβολές ή ακόμη και σαρκασμό, μπορεί να εκληφθούν από το παιδί ως σημάδι απόρριψης.
Η συμβουλή που δίνει ο καθηγητής στους γονείς είναι να μην ουρλιάζουν στα παιδιά τους. Όπως επισημαίνει, «είναι ένας παράγων κινδύνου για την οικογένεια».
Οι συμβουλές των ειδικών προς τους γονείς
Οι κανόνες: Δώστε ένα σύστημα κανόνων στα παιδιά αλλά μην απαιτείτε να κάνουν πάντα τις σωστές επιλογές.
Οι διαπραγματεύσεις: Οι γονείς δεν είναι μηχανές σωστών αποφάσεων. Ωστόσο, οι διαπραγματεύσεις για όλα τα θέματα δεν βοηθούν κανένα από τα δυο «στρατόπεδα».
Οι φωνές: Δεν εκπαιδεύουν και δεν είναι αποτελεσματικές. Όταν τα νεύρα σας φτάνουν στο «κόκκινο» μετράτε μέχρι το πέντε ή πηγαίνετε σε κάποιο άλλο δωμάτιο για να ηρεμήσετε.
Το χιούμορ: Αποδραματοποιήστε την κατάσταση χρησιμοποιώντας χιούμορ και εκδηλώστε τον θυμό σας χωρίς ουρλιαχτά.
[Healthier World]