Η αλλαγή του κλίματος επιδρά αρνητικά στη γεωργία
Οι κλιματολογικές συνθήκες που επικρατούν τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα, ευνοούν την ανάπτυξη του «σολάνουμ ελεαγκνιφόλιουμ», ενός ζιζάνιου ιθαγενούς από τη Νότια και Κεντρική Αμερική, που είναι πολύ επιθετικό, δηλητηριώδες και επιβλαβές, σύμφωνα με δημοσίευμα της εφημερίδας «Έθνος».
Το εν λόγω ζιζάνιο ήρθε στη χώρα από την Κεντρική και Νότια Αμερική και πρωτοεμφανίστηκε στα τέλη της δεκαετίας του 1920, στη Θεσσαλονίκη κι εκτιμάται ότι οι σπόροι του έφτασαν στο λιμάνι της πόλης, με λιπάσματα από την Αμερική ή σιτηρά από την Αργεντινή.
Σήμερα βρίσκεται σχεδόν παντού, ακόμη και στις διαχωριστικές νησίδες των εθνικών οδών εκκρίνοντας στο περιβάλλον τοξικές ουσίες, ενώ επιπλέον αντέχει στη ρύπανση και τα φυτά του είναι ξενιστές επιβλαβών εντόμων και μυκήτων.
Οι επιπτώσεις των κλιματικών μεταβολών είναι ένα από τα θέματα που θα συζητηθούν, αφού προηγηθεί σειρά διαλέξεων, στο 3ο Πανελλήνιο Συνέδριο που διοργανώνει στη Θεσσαλονίκη το Συμβούλιο Περιβάλλοντος του ΑΠΘ, με θέμα «Κλιματική αλλαγή, βιώσιμη ανάπτυξη και ανταγωνιστικές πηγές ενέργειας. Αναζητώντας λύσεις για το ελληνικό περιβάλλον».
Ο καθηγητής Γεωπονίας Σωτήρης Τσιούρης, δήλωσε ότι οι συχνοί καύσωνες, η ξηρασία, οι πλημμύρες κ.λπ. εκτός από τη μείωση της παραγωγής, επιδρούν στην εξαφάνιση και στην εξάπλωση καλλιεργούμενων φυτών σε νέες περιοχές και στην ευπάθεια σε ασθένειες και παράσιτα.
Στο πλαίσιο αυτό εντάσσεται η καλλιέργεια της ελιάς σε πιο ψυχρά κλίματα, αλλά και η χωρίς έλεγχο εξάπλωση των ζιζανίων τύπου «σολάνουμ ελεαγκνιφόλιουμ», ενώ ο ρυθμός μεταβολής του κλίματος προβληματίζει τη διεθνή κοινότητα, καθώς το φαινόμενο του θερμοκηπίου αυξάνει τη μέση θερμοκρασία της γης, με παράλληλη μεταβολή του υδρολογικού κύκλου.
Σύμφωνα με τον κ. Τσιούρη, η αλλαγή στον τρόπο άσκησης της γεωργίας από συμβατική σε βιολογική, οδηγεί αφενός στη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου στην ατμόσφαιρα, αφετέρου όμως επιφέρει σημαντική μείωση των αποδόσεων, με την έλλειψη λιπασμάτων.
Οι ειδικοί κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου και ζητούν ορθολογική διαχείριση των αγροοικοσυστημάτων, ενώ τα Ηνωμένα Εθνη εκτιμούν ότι η διεθνής διατροφική κρίση θα επιδεινωθεί δραματικά από τις κλιματικές αλλαγές, καθώς μέχρι και το 25% της παγκόσμιας παραγωγής τροφίμων κινδυνεύει να χαθεί.
Η καλύτερη διαχείριση της διατροφικής αλυσίδας , καθώς και της παραγόμενης βιομάζας, θα μπορούσε να συμβάλει στην παραγωγή βιοκαυσίμων με την προϋπόθεση ότι η παραγωγή αυτή δεν θα επιδράσει στην κλιματική μεταβολή και δεν θα ανταγωνιστεί τις καλλιέργειες για τροφή.
«Συνεπώς η γεωργία και ο τρόπος άσκησής της σε σχέση με την κλιματική μεταβολή θα αποτελέσει αντικείμενο προτεραιότητας για έρευνα, δεδομένου ότι η γεωργία αποτελεί τη βάση για να ξεπεραστεί η διατροφική κρίση», σημείωσε ο κ. Τσιούρης.