promotional banner

Έτρωγα ξύλο μέχρι που το έσκασα από το σπίτι...


Τα παιδιά από το Χαμόγελο του Παιδιού οργάνωσαν μια εκδήλωση για την παγκόσμια ημέρα κατά της παιδικής κακοποίησης

Τέσσερα παιδιά που ξέφυγαν από τον εφιάλτη της κακοποίησης διηγούνται τις ιστορίες τους

 ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ: ΣΤΑΥΡΟΣ ΘΕΟΔΩΡΑΚΗΣ - ΤΑ ΝΕΑ

Αρχές Νοεμβρίου δέχθηκα ένα τηλεφώνημα από τα παιδιά που είχα γνωρίσει στο σπίτι του Χαμόγελου του Παιδιού στην Κέρκυρα.

Δεν ξέρω οι δικές σας φιλίες, αλλά οι δικές μου τα τελευταία χρόνια συνεχώς εμπλουτίζονται από τους ανθρώπους που γνωρίζω σε διάφορα «παράξενα ρεπορτάζ». Είναι το κέρδος μου από αυτή τη δουλειά. Ο Μάκης από το Δρομοκαΐτειο, ο Σπίθας ο άστεγος του Μουσείου Μπενάκη, ο ισοβίτης από την Αγιά, η Νικολέττα από την Κέρκυρα. Όχι ότι είμαι όλη μέρα στα τηλέφωνα μαζί τους, αλλά όποτε τα λέμε είναι σαν να είμαστε φίλοι καρδιακοί.

Με τα παιδιά λοιπόν από την Κέρκυρα συναντήθηκα τις ημέρες που ο Παπανδρέου ανακοίνωνε ότι τα παιδιά των μεταναστών που γεννιούνται στην Ελλάδα θα παίρνουν και την ιθαγένεια. Η αγωνία τους ήταν μεγάλη γιατί πολλά «παιδιά της κακοποίησης»- δίπλα τους, στα ιδρύματα, στους δρόμους- αντιμετωπίζουν πρόβλημα με τα χαρτιά τους. Πρόβλημα είναι και ότι δεν υπάρχουν χώροι για να στεγαστούν όλα αυτά τα παιδιά. Και μετά, είναι τα σχολεία που δεν δείχνουν φροντίδα γι΄ αυτά τα παιδιά που υστερούν. Και οι γραφειοκρατικές διαδικασίες στα δικαστήρια, στις υπηρεσίες για να αποδείξουν αυτά τα παιδιά την κακοποίησή τους και να τιμωρηθούν οι ένοχοι. Ένα σωρό προβλήματα που πρέπει να προβληθούν.

Τότε λοιπόν με ενημέρωσαν ότι ήθελαν όλα μαζί- φοιτητές και πιτσιρικαρία- να ετοιμάσουν μια εκδήλωση στο Ζάππειο. «Στις 19 Νοεμβρίου είναι η παγκόσμια ημέρα κατά της παιδικής κακοποίησης και στις 20 Νοεμβρίου είναι η παγκόσμια ημέρα για τα δικαιώματα των παιδιών», μου εξήγησαν. Για να μη σας τα πολυλογώ, η μια συνάντηση διαδέχθηκε την άλλη και τα παιδιά ετοίμασαν μια υπερπαραγωγή που «παίχτηκε» προχθές το πρωί στο Ζάππειο. Βίντεο με μαρτυρίες παιδιών, επεξεργασμένα στοιχεία για την κακοποίηση στην Ελλάδα και μια «ζωντανή», όλο ενδιαφέρον συνέντευξη της υπουργού Παιδείας Άννας Διαμαντοπούλου αλλά και του αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Βασίλειου Μαρκή στον Αλέξανδρο, τη Μαρία, τη Μαριλένα, τη Νικολέττα. Σε αυτή την υπερπαραγωγή, εγώ όπως και όλοι οι άλλοι μεγάλοι (οι ψυχολόγοι, οι διασώστες, οι κοινωνικοί λειτουργοί, οι δικηγόροι) ήμασταν κομπάρσοι.

Πρωταγωνιστές, σας είπα, ήταν μόνο τα παιδιά. Μεγάλα παιδιά που κοντεύουν να «ξεχάσουν» τα χρόνια της κακοποίησης και μικρά παιδιά που πριν από λίγους μήνες το έσκασαν από αυτούς που τα κακοποιούσαν. Και αν δεν με πιστεύετε διαβάστε το κείμενο με το οποίο άνοιξαν την ημέρα ενάντια στην παιδική κακοποίηση η Έλλη, η Άννα, ο Στέφανος, ο Νώα και η Χαριτίνη. Παιδιά από 7 έως 15 ετών.


506 καταγγελίες μέσα σε εννέα μήνες

Το κείμενο των παιδιών που άνοιξε την εκδήλωση για την παγκόσμια ημέρα κατά της παιδικής κακοποίησης:

Σήμερα μας είπαν ότι είναι η μέρα κατά της παιδικής κακοποίησης. Όταν ακούμε αυτή τη λέξη όλοι σκεφτόμαστε ξύλο, βιασμός, φωνές, τσακωμοί και βρισιές. Για μας είναι κάτι παραπάνω...

Είναι όταν το παιδί αισθάνεται ότι είναι ένα τίποτα... Όταν υπάρχει, αλλά στην ουσία δεν υπάρχει!

Δεν υπάρχει γιατί ζει μέσα στην ενοχή. "Εγώ φταίω γι΄ αυτό που έγινε, εάν δεν είχα αυτή τη συμπεριφορά τίποτα δεν θα είχε συμβεί". Ζει μέσα στο ψέμα και την ανασφάλεια. "Δεν μπορεί... Με αγαπάει και ας μου φέρεται έτσι. Είναι η πρώτη φορά που μου φέρθηκε έτσι και δεν θα ξαναγίνει".

Ζει μέσα στον φόβο. "Μπορεί να με ξαναχτυπήσει".

Ζει μέσα στην ντροπή. "Δεν θέλω κανείς να δει αυτό που μου συμβαίνει... Κανείς δεν πρέπει να το καταλάβει".

Μόνο από την 1η Ιανουαρίου έως και την 31η Οκτωβρίου 2009 στην τηλεφωνική γραμμή SΟS 1056 δέχθηκαν 506 καταγγελίες, οι οποίες αφορούν 1.042

παιδιά που δεν είναι αριθμοί είναι ονόματα. Είναι ο Γιάννης, ο Γιώργος, ο Πέτρος, η Ζωή, η Μαρία...

Από αυτές τις 506 καταγγελίες οι 40 ήταν επώνυμες ενώ οι 466 ήταν ανώνυμες.

Ανώνυμες γιατί ο κόσμος φοβάται...

Φοβάται μη βρει τον μπελά του.

Από αυτά τα 1.042 παιδιά τα 509 ήταν για παραμέληση.

Παραμέληση είναι όταν τα παιδιά δεν τα στέλνουν στο σχολείο, δεν τα πηγαίνουν στον γιατρό, δεν τα ταΐζουν σωστά, δεν είναι καθαρά, δεν ζούνε σε ένα σπίτι αξιοπρεπές και κυρίως όταν νιώθουν ότι κανείς δεν νοιάζεται γι΄ αυτά.

Τα 449 παιδιά κακοποιήθηκαν σωματικά.

Όλοι ξέρετε τι είναι αυτό: μπουνιές, κλωτσιές, χτυπήματα.

Τα 24 κακοποιήθηκαν σεξουαλικά, ενώ τα 23 τα ανάγκασαν να πηγαίνουν με άντρες με χρηματική αμοιβή.

Εδώ δεν ξέρω εάν πρέπει να πούμε κάτι...

Μόνο ότι είμαστε σίγουροι πως η πραγματικότητα δεν συμφωνεί με αυτούς τους αριθμούς. Γιατί αυτή την κακοποίηση την βιώνει ένα παιδί- με φόβο αλλά και αγάπη για τους γονείς και άρα δεν θα ζητήσει βοήθεια- ενώ τρίτοι έξω από την οικογένεια σπάνια ξέρουν τι συμβαίνει.

Ποιος όμως κακοποιεί τα παιδιά και για ποιο λόγο; Σύμφωνα με τα στοιχεία της γραμμής SΟS 1056, από αυτές τις 506 καταγγελίες που δεχθήκαμε στις 189 αυτοί που κακοποιούσαν τα παιδιά ήταν και οι δύο γονείς. Στις 172 καταγγελίες μόνο η μητέρα, ενώ στις 115 μόνο ο πατέρας. Στις 30 καταγγελίες αυτός που κακοποιούσε τα παιδιά ήταν κάποιος άλλος. Συγγενείς, άτομα σε θέση ισχύος ή ακόμα και άγνωστοι».
«Είχα κατάγματα από το ξύλο»

Ο Μάνος έτρωγε ξύλο και ταυτόχρονα βίωνε την απόρριψη από τους γονείς του. Οι επιστήμονες υποστηρίζουν ότι έτσι καλλιεργούνται αισθήματα ανασφάλειας στα παιδιά και η επίδραση της κακοποίησης εξακολουθεί να υφίσταται για πολύ μετά την επούλωση των φυσικών τραυμάτων.

«Θυμάμαι πως ήμουν 7 χρονών και πήγαινα Δευτέρα Δημοτικού. Μια μέρα που γύρισα από το σχολείο δεν είχα καθόλου διάθεση. Το μόνο που ήθελα ήταν να κοιμηθώ. Δεν ήθελα ούτε να φάω ούτε να διαβάσω. Ο πατέρας μου, μου φώναζε. Εγώ δεν του έδινα σημασία. Αγρίεψε, σηκώθηκε και με χτύπαγε αλύπητα με τη ζώνη. Η μαμά μου ήταν δίπλα, αλλά δεν μπόρεσε να κάνει κάτι. Το μόνο που θυμάμαι, με έσπρωξε και χτύπησα στη γωνία του τραπεζιού. Έτρεχαν αίματα, έτρεμα και νόμιζα πως δεν θα τελειώσει ποτέ αυτό. Εκείνη την ημέρα αποφάσισα πως θα το έσκαγα από το σπίτι. Έτρωγα συχνά ξύλο. Μέχρι και η μαμά μου με έλεγε άχρηστο. Μου έλεγε ότι ο μπαμπάς με χτυπούσε επειδή δεν τα πήγαινα καλά στο σχολείο και περίμενε κάτι παραπάνω από μένα. Θυμάμαι πως δεν μου έπαιρναν καινούργια ρούχα για πολύ καιρό επειδή δεν διάβαζα όσο έπρεπε. Είχα μείνει μια νύχτα ολόκληρη έξω στο κρύο επειδή δεν είχα πάρει άριστα. Την ημέρα που το έσκασα πήγα στο νοσοκομείο. Μου είπαν ότι έχω κατάγματα στον θώρακα και κακώσεις κρανίου. Τώρα όμως πέρασαν αυτά. Δεν επέστρεψα ποτέ στην οικογένειά μου. Άλλωστε, δεν με αναζήτησαν ποτέ».


«Με χτυπούσε όταν δεν πήγαινα πολλά λεφτά»

Η εξώθηση σε επαιτεία θεωρείται επίσης κακοποίηση. Περιπτώσεις βίας όπως αυτή που έζησε η Δανάη, τις περισσότερες φορές δεν καταμετρώνται. «Γεννήθηκα στη Ρουμανία.

Τους γονείς μου δεν τους γνώρισα ποτέ. Με εγκατέλειψαν στο μαιευτήριο. Πήγα σε ένα ίδρυμα και όταν ήμουν δύο χρονών με υιοθέτησε ένα ζευγάρι.

Φοβόμουνα πολύ. Η μαμά ήταν αυστηρή. Ο μπαμπάς δεν με αγαπούσε ιδιαίτερα. Με άφηνε μόνη μου για ώρες. Είχε τύχει και για ημέρες. Όταν ήμουν εφτά, χώρισαν. Εμένα με πήρε ο μπαμπάς. Ξαναπαντρεύτηκε και ύστερα από λίγο καιρό ήρθαμε στην Ελλάδα όπου εκεί με ανέλαβε μια θεία μου, που είχε έρθει πριν από εμάς. Μου είπε ότι έπρεπε να δουλέψω και δεν με άφηνε να πάω σχολείο. Με πήγε στα φανάρια να ζητάω χρήματα από τα σταματημένα αυτοκίνητα και όταν δεν πήγαινα πολλά λεφτά με χτυπούσε. Πάντα γυρνούσα το βράδυ στο σπίτι με αυτό τον φόβο. Μια μέρα με έπιασε η Αστυνομία και με γύρισε πίσω στη Ρουμανία. Εκεί, η γυναίκα του θετού μου πατέρα με ξαναπήγε στην Ελλάδα, αυτή τη φορά σε μια άλλη πόλη. Πάλι φανάρια, πάλι ξύλο, πάλι απειλές. Ποτέ δεν ήξερα πόσα χρήματα έπρεπε να τους πηγαίνω. Πριν από ένα χρόνο με ξανάπιασε η Αστυνομία, αυτή τη φορά για να με σώσει. Ο εισαγγελέας με έστειλε στο Χαμόγελο του Παιδιού και τώρα έχω μια καινούργια οικογένεια».
«Ο μπαμπάς έπινε, η μαμά τον δικαιολογούσε»

Η παραμέληση είναι η πιο κοινή μορφή παιδικής κακοποίησης.

Στις ΗΠΑ, ένα στα δύο παιδιά που έπεσαν θύματα κακοποίησης παραμελήθηκαν από τους γονείς τους, ενώ αρκετά από αυτά παραμελήθηκαν μέχρι θανάτου.

«Κάποτε μέναμε όλοι μαζί. Η μαμά, ο μπαμπάς, εγώ και τα δύο αδέλφια μου. Ο μπαμπάς χτυπούσε τη μαμά συνέχεια. Η μαμά όμως έλεγε ότι αυτό το έκανε επειδή έπινε. Ήταν αλκοολικός. Επίσης, η μαμά έλεγε ότι κατά βάθος μας αγαπούσε.

Μάλλον δεν το πίστευε και πολύ γιατί μια μέρα πήρε το μωρό που ήταν τότε ενός έτους και έφυγε. Εγώ και ο μεγαλύτερός μου αδελφός πήγαμε να μείνουμε σε μια θεία μας. Κάθε εβδομάδα πηγαίναμε να βλέπουμε τη μητέρα μας και τη μικρή μας αδελφή που μένανε σε ένα υπόγειο κοντά στην Ομόνοια. Το σπίτι ήταν πάντα βρώμικο, γεμάτο κατσαρίδες και σκουπίδια. Μια μέρα μας κλείδωσε κι έφυγε. Δεν ξέρω πόσες μέρες μείναμε κλεισμένοι εκεί μέσα. Το ψυγείο ήταν άδειο, εγώ και ο αδελφός μου τρώγαμε φελιζόλ, το μωρό έκλαιγε. Ευτυχώς για μας, οι γείτονες δεν ήταν τόσο αδιάφοροι γιατί μια μέρα άνοιξε η πόρτα και μπήκαν μέσα κάτι αστυνομικοί που μας πήγαν στο νοσοκομείο. Αργότερα μάθαμε ότι η μαμά ήταν σαν τον μπαμπά. Αλκοολική. Έπαιρνε και ψυχοφάρμακα. Τέτοια φάρμακα έδινε και στο μωρό για να κοιμάται και εκείνη να φεύγει. Τώρα τα αδέλφια μου είναι σε ίδρυμα και εγώ στο Χαμόγελο του Παιδιού. Ελπίζω μια μέρα να ενωθούμε και να ξαναμείνουμε όλοι μαζί».


«Μου έκανε πράγματα που σίγουρα δεν κάνουν οι μπαμπάδες»

Από τις 1.042 κλήσεις που δέχθηκε η γραμμή SΟS 1056 τους τελευταίους δέκα μήνες, μόνο οι 24 αφορούσαν καταγγελίες για παιδιά που κακοποιούνται σεξουαλικά. Οι ειδικοί όμως λένε ότι οι περιπτώσεις σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών είναι πολύ περισσότερες. Συγκαλύπτονται όμως είτε εντός του σπιτιού είτε εντός της ευρύτερης οικογένειας.

«Oι γονείς μου χώρισαν όταν ήμουν τριών ετών, η μαμά μου έφυγε και δεν ήρθε να με ξαναδεί ποτέ αν και μέναμε στην ίδια πόλη. Ο μπαμπάς μου ξαναπαντρεύτηκε και απέκτησε και άλλο παιδί. Εγώ έμεινα με τον παππού και τη γιαγιά.

Ο παππούς μου ήταν πολύ αυστηρός, δεν με άφηνε να μιλάω με αγόρια ούτε να βγαίνω έξω.

Το βράδυ ερχόταν και κοιμόταν μαζί μου, εγώ προσπάθησα να μιλήσω στη γιαγιά, αλλά εκείνος μου έκλεινε το στόμα. Ο μπαμπάς ήταν χειρότερος, χτυπούσε πιο δυνατά από τον παππού. Όταν έρχονταν στο σπίτι της γιαγιάς με κλείδωνε στο δωμάτιο και μου έκανε πράγματα που σίγουρα δεν κάνουν οι μπαμπάδες. Ένα απόγευμα ήταν πολύ νευριασμένος, δεν ξέρω γιατί, άρχισε να με βαράει με πολύ μίσος. Έπεσα στο πάτωμα. Νόμιζα πως θα με σκότωνε. Φοβήθηκα. Πήγα μόνη μου στο νοσοκομείο και τους τα είπα όλα, δεν ήθελα να με στείλουν πίσω.

Τώρα, εδώ και πέντε χρόνια έχω ένα καινούργιο σπίτι, μια μεγάλη οικογένεια, το Χαμόγελο του Παιδιού