Λίγα μόλις εικοσιτετράωρα πριν από τις εξαγγελίες τριών υπουργών της κυβέρνησης για περιορισμό της φαρμακευτικής δαπάνης έφτασε, σύμφωνα με καλά πληροφορημένες πηγές, στο υπουργείο Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας έγγραφο της εταιρείας Bayer με το οποίο ενημερώνονται οι αρμόδιες υπηρεσίες ότι εξετάζεται πολύ σοβαρά το ενδεχόμενο να αποσυρθεί από την ελληνική αγορά η κλασική και γνωστή σε όλους μας ασπιρίνη.
Ήδη, σύμφωνα με πληροφορίες, η εταιρεία έχει αποφασίσει να αποσύρει το σκεύασμα από την αγορά της Κύπρου τον επόμενο Οκτώβριο ενώ, όπως είναι γνωστό, τον περασμένο Φεβρουάριο διεκόπη στη χώρα μας η κυκλοφορία της Ασπιρίνης – C.
Η εταιρεία, σύμφωνα με τις ίδιες πληροφορίες επικαλείται λόγους βιωσιμότητας καθώς, λόγω της εξαιρετικά χαμηλής τιμής του σκευάσματος, δηλαδή 0,66 ευρώ -η φθηνότερη στην Ευρώπη- το προϊόν είναι πολυδάπανο για την Ελλάδα. Είναι χαρακτηριστικό ότι η χονδρική τιμή στη Γερμανία είναι περίπου 2,50 ευρώ και «κοντά» στα 2 ευρώ στη Βουλγαρία ενώ στην Ελλάδα διαμορφώνεται κάτω από 0,50 ευρώ. Να σημειωθεί ότι σ’ αυτή την χονδρική τιμή δεν συμπεριλαμβάνεται το κέρδος της φαρμακαποθήκης κ.λπ.
Σε κάθε περίπτωση, όπως τονίζουν παράγοντες της αγοράς φαρμάκου, το «πάγωμα» τιμών σε παλαιά, δοκιμασμένα και συνήθως φθηνά φάρμακα μπορεί να επιφέρει τα εντελώς αντίθετα αποτελέσματα καθώς αν οι εταιρείες κρίνουν ότι ζημιώνονται αποσύρουν ένα σκεύασμα το οποίο συνήθως αντικαθίσταται από νεότερο φάρμακο, σχεδόν ισοδύναμο και πολύ ακριβότερο.
Είναι χαρακτηριστικό ότι πριν από περίπου 3 χρόνια, δόθηκαν οι γενναίες αυξήσεις σε παλιά φθηνά φάρμακα επιβάρυναν κατά περίπου 300.000 ετησίως τη φαρμακευτική δαπάνη προκειμένου να διατηρηθούν στην ελληνική αγορά καθώς μετά από μελέτη διαπιστώθηκε ότι η «αντικατάστασή» τους από άλλα, από εισαγόμενα μέσω ΙΦΕΤ θα κόστιζε πάνω 2 εκατ. ευρώ. (βλ. Πίνακα)
Αυτό πάντως που επισημαίνεται από τους παροικούντες την Ιερουσαλήμ είναι ότι το πρόβλημα με την αύξηση της φαρμακευτικής δαπάνης δεν είναι τόσο οι τιμές των φαρμάκων αλλά η έλλειψη ολοκληρωμένου μηχανογραφικού συστήματος ώστε να υπάρχει πλήρης έλεγχος της συνταγογράφησης, των δαπανών των ασφαλιστικών ταμείων κ.λπ. Σημειώνουν εξάλλου με νόημα ότι προηγούμενη πολιτική ηγεσία του υπουργείου Ανάπτυξης είχε θεσμοθετήσει την επιστροφή χρηματικού ποσού στα ασφαλιστικά ταμεία ως έκπτωση (4%), ανάλογη με το συνολικό κύκλο εργασιών που κάθε φαρμακευτική εταιρεία έχει με αυτά. Ωστόσο, η μηχανογράφηση παραμένει όνειρο θερινής νυκτός.
Κι αυτό παρά το γεγονός ότι ο Σύνδεσμος Φαρμακευτικών Επιχειρήσεων Ελλάδας ζητεί εδώ και πολλά χρόνια τη μηχανοργάνωση του συστήματος υγείας καθώς αποτελεί αδήριτη ανάγκη για τον έλεγχο, την πάταξη της σπατάλης και την εξοικονόμηση πόρων.
Είναι χαρακτηριστικό ότι το 2007 η Υπηρεσία Ελέγχου των Δαπανών Υγείας των Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης εντόπισε 4,5 εκατ. (!) πλαστές συνταγές.
Η εμμονή στην «εποχή του καρμπόν» έχει ως αποτέλεσμα –σύμφωνα με έγκυρες επιστημονικές εκτιμήσεις– την απώλεια πόρων που αγγίζει ακόμα και το 20% των συνολικών δαπανών υγείας.
[ΑΠΟΓΕΥΜΑΤΙΝΗ]