promotional banner

Μια Ινδιάνα στον Έβρο



Γράφει ο ΔΑΜΩΝ ΔΑΜΙΑΝΟΣ

«Στον άγνωστο τότε για μένα Έβρο έφτασα πριν από 13 χρόνια με τον σύζυγό μου και το πρώτο παιδί μας. Δεν ήξερα τίποτα για αυτόν τον τόπο. Μου άρεσε όμως γιατί η Αλεξανδρούπολη έχει θάλασσα και μου θύμιζε την πατρίδα μου».

Η Μαρία Ντε Σόζα ΜονέροΡούφου, ινδιάνικης καταγωγής, η οποία από τα τροπικά δάση του Αμαζονίου ακολουθώντας τον έρωτα της ζωής της βρέθηκε στην Αλεξανδρούπολη δεν ξεχνά ποτέ την καταγωγή της για την οποία δηλώνει περήφανη. «Κουβαλάω πάντα στην καρδιά μου την ευλογία της φύσης των Ινδιάνων και δεν παραλείπω καθημερινά αυτό το ξεχωριστό συναίσθημα να το μεταδίδω και στα παιδιά μου».

«Γεννήθηκα και μεγάλωσα στον Αμαζόνιο από Ινδιάνους γονείς. Εκεί είναι ένας κόσμος διαφορετικός. Δεν μας απασχολεί τι θα φορέσουμε, τι θα φάμε, πώς θα επιπλώσουμε το σπίτι, πώς θα βγούμε έξω, τι θα γίνει αύριο. Εκεί η ζωή είναι απλή. Το δάσος φροντίζει για όλα. Οι καλύβες μας είναι φτιαγμένες από τα φυτά του δάσους, τρώμε και ζούμε από το δάσος. Πλούσια βλάστηση, άφθονα νερά. Εδώ όλα αυτά ακούγονται μάλλον σαν σκηνές από εξωτικές ταινίες του κινηματογράφου. Αλλά για μένα αυτή ήταν η καθημερινότητά μου και δυσκολεύτηκα πολύ μέχρι να συνειδητοποιήσω την αλλαγή που μου είχε συμβεί».

«Μου λείπει το χώμα». Η Μαρία Μονέρο-Ρούφου θυμάται ότι έφυγε από τον Αμαζόνιο όταν πέθαναν οι γονείς της και την υιοθέτησε μια άλλη οικογένεια. «Φεύγοντας από το δάσος έπρεπε να προσαρμοστώ στη ζωή της πόλης. Δυσκολεύτηκα στην αρχή αλλά μετά το συνήθισα. Μου έλειπε η επαφή με τη γη. Ακόμα και τώρα δυσκολεύομαι να φοράω παπούτσια. Μου λείπει το χώμα».

Νοσταλγεί την ανεμελιά της ζωής στον Αμαζόνιο και την ενοχλεί το άγχος και η ανάγκη να υπάρχει συνεχής προγραμματισμός για ό,τι απασχολεί την καθημερινή ζωή των ανθρώπων. «Εμείς στη Βραζιλία δεν γνωρίζουμε το άγχος της επόμενης ημέρας. Εδώ κατάλαβα καλά τι σημαίνει να σε καταβάλλει αυτό το συναίσθημα, γιατί το απέκτησα».

«Ζούσα σε μια καλύβα χωρίς κρεβάτι. Χωρίς παπούτσια. Η ζωή μας ήταν το δάσος, η γη και το χώμα. Η δύναμη της φύσης είναι μέσα μας. Έχουμε μαζί μας τον θεό του δάσους και σε αυτή τη δύναμη ανατρέχω στις δύσκολες στιγμές μου. Είμαι χριστιανή ορθόδοξη αλλά το δάσος κυλάει στις φλέβες μου». «Η σάμπα είναι στο αίμα μας».
Όταν της ζητείται να συγκρίνει τον χαρακτήρα των ανθρώπων στην παλιά και τη νέα πατρίδα της, εντοπίζει τις διαφορές χωρίς ιδιαίτερη δυσκολία: «Η σάμπα είναι στο αίμα μας. Όταν υπάρχει μουσική και δεν χορεύεις, θεωρείσαι άρρωστος. Εδώ ο κόσμος είναι πιο συγκρατημένος και πιο κλειστός. Στη χώρα μου όμως υπάρχει φτώχεια και αυτή έχει φέρει εγκληματικότητα. Στην Ελλάδα αισθάνομαι ασφάλεια, αφού δεν κινδυνεύει η ζωή σου για ένα κομμάτι ψωμί».

Όσο για τον τρόπο με τον οποίο την αντιμετώπισαν στην Αλεξανδρούπολη, τονίζει χωρίς περιστροφές ότι βίωσε και ρατσιστικές συμπεριφορές, οι οποίες όμως δεν χαρακτηρίζουν το σύνολο της κοινωνίας.

«Δεν θα ξεχάσω τη στιγμή που πήγα την κόρη μου στο νηπιαγωγείο και τότε κάποια μαμά ζήτησε από τη δασκάλα να μην καθήσει το παιδί της δίπλα στο δικό μου. Ένιωσα άσχημα αλλά σιγά σιγά έμαθα να μη στέκομαι σε αυτές τις συμπεριφορές.

Αισθάνομαι ότι έχω κάτι που δεν υπάρχει πουθενά αλλού στη Γη. Δεν ντρέπομαι που είμαι Ινδιάνα. Είμαι περήφανη για τις ρίζες μου και χαίρομαι για την καταγωγή μου».

[ΤΑ ΝΕΑ]